Zagęszczać στα ελληνικά
Μετάφραση: zagęszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δένω, πατικώνω, συγκεντρώνω, πλήθος, πήζω, συμπυκνώνω, πυκνώνω, συγκεντρώνομαι, υγροποιώ, συνοψίζω, συμπιέζω, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brunatny στα ελληνικά - καστανός, καφέ, καστανό, καφετιά, καφετί, καστανά
- elokwentnie στα ελληνικά - εύγλωττα, ευγλωττία, ευφράδεια, εύγλωττο τρόπο, εύστοχα
- epolet στα ελληνικά - επωμίδα, επωμίς
- groszowy στα ελληνικά - φτηνός
Τυχαίες λέξεις
Zagęszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δένω, πατικώνω, συγκεντρώνω, πλήθος, πήζω, συμπυκνώνω, πυκνώνω, συγκεντρώνομαι, υγροποιώ, συνοψίζω, συμπιέζω, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει
Μεταφράσεις: δένω, πατικώνω, συγκεντρώνω, πλήθος, πήζω, συμπυκνώνω, πυκνώνω, συγκεντρώνομαι, υγροποιώ, συνοψίζω, συμπιέζω, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει