Zakańczać στα ελληνικά
Μετάφραση: zakańczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσδιορίζω, υπολογίζω, αποφασίζω, καθορίζω, αναστέλλω, τερματίσει, να τερματίσει, να καταγγείλει, καταγγείλει, περατώσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antagonista στα ελληνικά - ανταγωνιστής, ανταγωνιστή, ανταγωνιστού, ανταγωνιστή του, ανταγωνιστική
- cyjanit στα ελληνικά - κυανιούχο, κυανιούχου, κυανίδιο, κυανιδίου, κυανίου
- dysjunkcja στα ελληνικά - διαχώριση, διάζευξη, αποσύνδεση, διαχωρισμός, διάζευξης
- dziwować στα ελληνικά - θαύμα, Marvel, θαυμάστε, της Marvel, να θαυμάσετε
Τυχαίες λέξεις
Zakańczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσδιορίζω, υπολογίζω, αποφασίζω, καθορίζω, αναστέλλω, τερματίσει, να τερματίσει, να καταγγείλει, καταγγείλει, περατώσει
Μεταφράσεις: προσδιορίζω, υπολογίζω, αποφασίζω, καθορίζω, αναστέλλω, τερματίσει, να τερματίσει, να καταγγείλει, καταγγείλει, περατώσει