Zhańbić στα ελληνικά
Μετάφραση: zhańbić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προπηλακίζω, οργή, προσβολή, δυσμένεια, ατιμία, ντροπή, dishonor, την ατίμωση, ατιμίαν
Μεταφράσεις
- butonierka στα ελληνικά - κουμπότρυπα, κουμπότρυπας, buttonhole, πέτο, μπουτονιέρα
- cyprys στα ελληνικά - κυπαρίσσι, κυπαρίσσια, κυπαρισσιού, κυπαρισσιών, το κυπαρίσσι
- deformacja στα ελληνικά - μεταβολή, τροποποίηση, παραμόρφωση, παραμόρφωσης, παραμορφώσεως, παραμορφώσεις, την παραμόρφωση
- innowator στα ελληνικά - νεωτεριστής, καινοτόμος, πρωτοπόρος, καινοτόμο, καινοτόμου
Τυχαίες λέξεις
Zhańbić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προπηλακίζω, οργή, προσβολή, δυσμένεια, ατιμία, ντροπή, dishonor, την ατίμωση, ατιμίαν
Μεταφράσεις: προπηλακίζω, οργή, προσβολή, δυσμένεια, ατιμία, ντροπή, dishonor, την ατίμωση, ατιμίαν