Zlekceważyć στα ελληνικά
Μετάφραση: zlekceważyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγνοώ, παραβλέπω, αμελώ, αμέλεια, αγνοήσει, αγνοήσετε, αγνοούν, αγνοούμε, αγνοήσουμε
Μεταφράσεις
- destabilizacja στα ελληνικά - αποσταθεροποίηση, αποσταθεροποίησης, την αποσταθεροποίηση, η αποσταθεροποίηση, της αποσταθεροποίησης
- epistemologia στα ελληνικά - επιστημολογία, επιστημολογίας, η επιστημολογία, την επιστημολογία, της επιστημολογίας
- homozygota στα ελληνικά - ομόζυγο, ομόζυγη, ομόζυγα, ομόζυγοι, ομόζυγων
- istotny στα ελληνικά - στερεός, προστακτική, σχετικός, σημαντικός, αξιόλογος, απαραίτητος, ουσιαστικός, ...
Τυχαίες λέξεις
Zlekceważyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγνοώ, παραβλέπω, αμελώ, αμέλεια, αγνοήσει, αγνοήσετε, αγνοούν, αγνοούμε, αγνοήσουμε
Μεταφράσεις: αγνοώ, παραβλέπω, αμελώ, αμέλεια, αγνοήσει, αγνοήσετε, αγνοούν, αγνοούμε, αγνοήσουμε