Zrządzenie στα ελληνικά
Μετάφραση: zrządzenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειμαρμένη, μοίρα, πεπρωμένο, διάταγμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που
Μεταφράσεις
- bezszwowy στα ελληνικά - χωρίς ραφή, απρόσκοπτη, χωρίς, άνευ ραφής, χωρίς συγκόλληση
- całostronicowy στα ελληνικά - ολοσέλιδες, ολοσέλιδη, πλήρους σελίδας, ολόκληρης σελίδας, ολοσέλιδο
- czuciowy στα ελληνικά - αισθητήριος, ευαίσθητος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
- fosylizacja στα ελληνικά - απολίθωση, απολίθωσης, απολιθώματα, την απολίθωση
Τυχαίες λέξεις
Zrządzenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειμαρμένη, μοίρα, πεπρωμένο, διάταγμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που
Μεταφράσεις: ειμαρμένη, μοίρα, πεπρωμένο, διάταγμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που