Zrzędliwy στα ελληνικά
Μετάφραση: zrzędliwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γκρινιάρης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alkohol στα ελληνικά - πνεύμα, οινόπνευμα, αλκοόλ, αλκοόλη, αλκοόλης, οινοπνεύματος
- aseptyczny στα ελληνικά - άσηπτη, ασηπτικές, ασηπτική, άσηπτης, άσηπτες
- dynamika στα ελληνικά - δυναμική, δυναμικής, τη δυναμική, δυναμικές, δυναμική της
- feministyczny στα ελληνικά - φεμινιστής, φεμινιστική, φεμινιστικό, φεμινιστικές, φεμινιστικής
Τυχαίες λέξεις
Zrzędliwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γκρινιάρης
Μεταφράσεις: γκρινιάρης