Λέξη: μικρότερος

Σχετικές λέξεις: μικρότερος

μικρότερος άντρας μεγαλύτερη γυναίκα, μικρότερος πλανήτης, μικρός μικρότερος, μικρότερος συνώνυμα, μικρότερος κύκλος περιόδου

Συνώνυμα: μικρότερος

λιγότερος, ελάσσων, ολιγώτερος, ανήλικος, ασήμαντος, μικρός

Μεταφράσεις: μικρότερος

μικρότερος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
junior, less, smaller, younger, lesser, lower

μικρότερος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
menos, menor, inferior, de menos, a menos

μικρότερος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
jünger, junior, weniger, kleiner, geringer, unter, von weniger

μικρότερος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
subalterne, cadet, inférieur, subordonné, junior, administré, moins, inférieure, moins de, de moins

μικρότερος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inferiore, di meno, meno, a meno, minore

μικρότερος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
menos, menor, inferior, a menos, mais

μικρότερος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beginnend, aankomend, minder, op minder, kleiner, lager, meer

μικρότερος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
младший, юниор, несовершеннолетний, молодой, адъюнкт, меньше, менее, меньшей, ниже

μικρότερος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
junior, mindre, under, lavere

μικρότερος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mindre, lägre, färre, under, är mindre

μικρότερος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nuorempi, vähemmän, pienempi, yhtä, alle, vähennettynä

μικρότερος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
junior, mindre, under, mindst, er mindre, lavere

μικρότερος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nižší, podřízený, méně, menší, kratší

μικρότερος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
junior, młodszy, podwładny, mniej, mniejszy, mniejsza, mniejszej, mniejsze

μικρότερος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ifjúsági, öcsi, fiatalabb, ifjabb, kevesebb, kevésbé, kisebb

μικρότερος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
daha az, az, daha, ucuz, düşük

μικρότερος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зарості, менше, менша, менший, меншою, найменше

μικρότερος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
më pak, pak, më pak të, pak të, më

μικρότερος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
младшия, по-малко, малко

μικρότερος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
менш, менш за, меней, меншы

μικρότερος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
juunior, noorem, vähem, väiksem, alla, vähemalt, on väiksem

μικρότερος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
junior, mlađi, manje, manji, manja, prije manje

μικρότερος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
minna, minni, innan, færri, síður

μικρότερος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mažiau, mažesnis, mažesnė, ne

μικρότερος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mazāk, mazāks, mazāka, mazāku, tik

μικρότερος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
помалку, помал, помала

μικρότερος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mai puțin, mai, puțin, mai putin, mai mică

μικρότερος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
manj, manjša, manjši, manjše, nižja

μικρότερος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
juniorský, junior, menej
Τυχαίες λέξεις