Zunifikować στα ελληνικά

Μετάφραση: zunifikować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοποιώ, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση
Zunifikować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amadeusz στα ελληνικά - Amadeus, Η Amadeus, της Amadeus, την Amadeus, Αμαντέους
  • dostawianie στα ελληνικά - προμήθεια, παρέχω, παροχή, χορήγηση, γοητευτικός, θελκτικός, ανάκτηση, ...
  • fałszerz στα ελληνικά - πλαστός, κάλπικος, κίβδηλος, παραχαράκτης, παραχαράκτη, πλαστογράφος, παραποιητή, ...
  • galasówka στα ελληνικά - χολή
Τυχαίες λέξεις
Zunifikować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοποιώ, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση