Λέξη: δίνη

Σχετικές λέξεις: δίνη

δίνη στιχοι, δίνη φεμινιστικό περιοδικό, παλιρροιακή δίνη, δίνη στα αγγλικά, δίνη συνώνυμο, δίνη μεταφραση, δίνη σκουπιδιών, δίνη βικιλεξικο, δίνη ορισμός, δίνη αγγλικά

Συνώνυμα: δίνη

στρόβιλος, ίλιγγος, ζάλη, σφοδρός ανεμοστρόβιλος, ισχυρός ανεμοστρόβιλος

Μεταφράσεις: δίνη

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
swirl, eddy, whirlpool, maelstrom, vortex, whirl
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
remolino, vorágine, torbellino, vórtice, de vórtice, vortex, vórtice de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
strudel, gewirbel, wirbel, Wirbel, Strudel, Vortex
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tourbillon, tournoiement, tourner, tournoyer, tourbillonner, remous, rafler*, vortex, tourbillons, tourbillonnaire, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mulinello, vortice, gorgo, vortex, vortici, vortice di, a vortice
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bambolear, redemoinho, balanço, abalançar, vórtice, vortex, de vórtice, turbilhão, vórtex
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
warrelen, dwarrelen, kolken, wervelen, draaikolk, vortex, wervel, werveling, draai kolk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
локон, завиток, облако, кружение, клубы, водоворот, эдди, омут, вихрь, завихрение, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
virvel, vortex, virvelen, virvle
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
virvel, virveln, vortex, vortexa
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pyörre, kurimus, pyörtää, syöveri, vortex, pyörteen, pyörreputkiyksiköt
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vortex, hvirvel, hvirveldannende, hvirvelstrøm
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vír, víření, kroužit, točit, vířit, vortex, vírové, vírová, vírový
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zamęt, wir, wirować, kłąb, topiel, obracać, zakłębić, kręcić, wirowe, vortex, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
örvény, vortex, örvényképző, örvényt, örvénylő
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
girdap, burgaç, vorteks, vortex, girdabı, vorteksleyin
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вир, вихор, вертінню, меценат, меценате, буря
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vorbull, Vortex, vorbull të, shtjellë, qerthull
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вихър, водовъртеж, завихрящата, вортекс, вихров
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
віхор, віхура, віхуру, бура
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
veekeeris, keeris, tsirkuleerima, keerlema, pööris, keerise, turbulentstoruseadmed, vortex
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vir, vrtlog, kovitlac, kovitlanje, vihor, vrtloga, vrtložni, vrtloženjem, vortex
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Vortex, hringiðu, iðublandað, iðublandað með
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sūkurys, sūkurinis, sūkurio, sūkurinės, sūkurinius
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
virpulis, virpuļplūsmas, virpuļcaurules, vortex, virpuļmikseri
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вител, вруток, вортекс, вртлог, вртлогот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vârtej, vortex, vartej, turbionară, turbionar
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vír, vortex, vrtinec, vrtinčna, vrtinčne, vrtinčna naprava
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
víriť, vír, vortex
Τυχαίες λέξεις