Absurdo στα ελληνικά

Μετάφραση: absurdo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίγελος, ανοησίες, γελοίος, γελοιότητα, παράλογος, μεσημέρι, βλακείες, παράλογο, παράλογη, παράλογες, παράλογα
Absurdo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abstruso στα ελληνικά - δυσνόητος, δυσνόητο, δυσνόητες, ασαφής, δυσνόητη
  • abstémio στα ελληνικά - λιτός, εγκρατής, φειδωλός, εγκρατείς, λιτές, abstemious
  • abundante στα ελληνικά - εκτεταμένος, άφθονα, άφθονος, διεξοδικός, άφθονη, άφθονο, πλούσια
  • abundar στα ελληνικά - αφθονούν, βρίθουν, αφθονεί
Τυχαίες λέξεις
Absurdo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίγελος, ανοησίες, γελοίος, γελοιότητα, παράλογος, μεσημέρι, βλακείες, παράλογο, παράλογη, παράλογες, παράλογα