Anel στα ελληνικά

Μετάφραση: anel, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάτι, ξεπλένω, δαχτυλίδι, δακτυλίδι, δακτύλιος, δακτυλίου, δακτύλιο, του δακτυλίου
Anel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • andorinha στα ελληνικά - καταπίνω, χελιδόνι, κύκνος, καταπιούν, καταπιεί, καταπιείτε
  • andrajo στα ελληνικά - κουρέλι, ράκος, καταρράκωσης, καταρράκωσης της
  • anexar στα ελληνικά - αποδίδουν, επισυνάψετε, συνδέστε, επισυνάπτει, συνδέσετε
  • anexo στα ελληνικά - συνεργός, συνδέω, υποβοηθητικός, συμπλήρωμα, θυγατρική, αναπληρωτής, επισυνάπτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Anel στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάτι, ξεπλένω, δαχτυλίδι, δακτυλίδι, δακτύλιος, δακτυλίου, δακτύλιο, του δακτυλίου