Avião στα ελληνικά

Μετάφραση: avião, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ροκάνι, αεροσκάφος, πλάνη, επίπεδο, στάθμη, αεροπλάνο, επιπέδου, επίπεδο που, επίπεδο συμμετρίας
Avião στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • avistar στα ελληνικά - όραση, θέαμα, όψεως, θέα, όρασης
  • avivar στα ελληνικά - ακονίζω, οξύνει, οξύνουν, εντείνει, ακονίσουν
  • avulso στα ελληνικά - ξεχωριστός, χωριστός, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή
  • avultar στα ελληνικά - αυξάνομαι, μεγαλώνω, αργαλειός, αργαλειό, αργαλειού, δεσπόζουν, ξεπροβάλλουν
Τυχαίες λέξεις
Avião στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ροκάνι, αεροσκάφος, πλάνη, επίπεδο, στάθμη, αεροπλάνο, επιπέδου, επίπεδο που, επίπεδο συμμετρίας