Brevemente στα ελληνικά

Μετάφραση: brevemente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομα, σύντομος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Brevemente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brejo στα ελληνικά - βάλτος, μαζεύω, έλος, Marsh, βάλτο, βάλτου
  • breve στα ελληνικά - προσωρινός, σύντομα, κοντός, λίγο, έλλειψη, καπνιά, γάνα, ...
  • briga στα ελληνικά - καδρόνι, αχτίδα, δοκός, πάλη, αγώνας, μάχη, καταπολέμηση, ...
  • brigada στα ελληνικά - σύνταγμα, ταξιαρχία, ταξιαρχίας, ταξιαρχία του, ταξιαρχία που, η ταξιαρχία
Τυχαίες λέξεις
Brevemente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομα, σύντομος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα