Comprovar στα ελληνικά

Μετάφραση: comprovar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προνοώ, παρέχω, αποδεικνύω, αποδειχθεί, αποδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, να αποδείξει
Comprovar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • comprometer στα ελληνικά - συμβιβάζω, διακυβεύω, συμβιβασμός, συμβιβασμό, συμβιβασμού, συμβιβαστική, συμβιβαστική λύση
  • compromisso στα ελληνικά - συμβιβάζω, διορισμός, υπόσχομαι, ραντεβού, πλοκή, συμβιβασμός, εχέγγυο, ...
  • compulsório στα ελληνικά - υποχρεωτικός, υποχρεωτική, υποχρεωτικό, υποχρεωτικής, υποχρεωτικές, υποχρεωτικά
  • computador στα ελληνικά - υπολογιστής, υπολογιστή, υπολογιστών, τον υπολογιστή, του υπολογιστή
Τυχαίες λέξεις
Comprovar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προνοώ, παρέχω, αποδεικνύω, αποδειχθεί, αποδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, να αποδείξει