Eles στα ελληνικά

Μετάφραση: eles, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτές, πυκνός, αυτούς, θέμα, αυτά, αυτοί, που, ότι, να, τους
Eles στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elementar στα ελληνικά - στοιχειώδης, ελέφαντας, στοιχειώδη, δημοτικό, στοιχειώδεις, στοιχειώδες
  • elemento στα ελληνικά - συντελεστής, εξάρτημα, στοιχείο, συστατικός, στοιχειώδης, παράγοντας, στοιχείου, ...
  • elevado στα ελληνικά - μεγαλειώδης, περήφανος, ψηλός, υπερόπτης, μεγαλοπρεπής, καμαρωτός, υψηλός, ...
  • elevador στα ελληνικά - φωτίζω, έντεκα, φωτερός, ανάβω, ασανσέρ, ξανθός, υψώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Eles στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτές, πυκνός, αυτούς, θέμα, αυτά, αυτοί, που, ότι, να, τους