Exploração στα ελληνικά

Μετάφραση: exploração, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξερεύνηση, εξερευνώ, έρευνα, εξερεύνησης, διερεύνηση, την εξερεύνηση
Exploração στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • explicação στα ελληνικά - εξήγηση, επεξήγηση, εξηγήσεις, αιτιολόγηση, ερμηνεία
  • explorar στα ελληνικά - εξερευνώ, έκρηξη, έρευνα, εξετάζω, αξιοποιώ, βλέπω, διερευνήσει, ...
  • explosivo στα ελληνικά - εκρηκτικός, εκρηκτική, εκρηκτικό, εκρηκτικές, εκρηκτικά
  • explosão στα ελληνικά - εξαγωγή, εξάγω, έκρηξη, έκρηξης, εκρήξεις, από εκρήξεις, εκρήξεως
Τυχαίες λέξεις
Exploração στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξερεύνηση, εξερευνώ, έρευνα, εξερεύνησης, διερεύνηση, την εξερεύνηση