Fértil στα ελληνικά

Μετάφραση: fértil, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χοντρός, χόνδρος, πλούσιος, παραγωγικός, λίπος, λίπασμα, γόνιμος, εύφορος, εύφορη, γόνιμο, εύφορο
Fértil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • férias στα ελληνικά - εμβόλιο, διακοπές, αργία, γιορτή, διακοπών, τις διακοπές
  • férreo στα ελληνικά - σιδερένιος, αρδεύω, σιδερώνω, σίδερο, σίδηρος, σιδήρου, σίδηρο, ...
  • fêmea στα ελληνικά - θηλυκός, θήλυ, θηλυκό, γυναικεία, θηλυκά
  • fígado στα ελληνικά - συκώτι, ήπατος, ήπαρ, του ήπατος, ηπατική
Τυχαίες λέξεις
Fértil στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χοντρός, χόνδρος, πλούσιος, παραγωγικός, λίπος, λίπασμα, γόνιμος, εύφορος, εύφορη, γόνιμο, εύφορο