Habilitar στα ελληνικά

Μετάφραση: habilitar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκρίνομαι, ποιότητα, ενεργοποιήσετε, επιτρέψουν, επιτρέπουν, επιτρέψει, επιτρέπει
Habilitar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • género στα ελληνικά - καλός, είδος, τύπος, μορφή, ανάβω, ευγενικός, τακτοποιώ, ...
  • habilitado στα ελληνικά - ικανός, θέση, σε θέση, μπορούν, μπορεί
  • habilmente στα ελληνικά - ικανά, επιδέξια, ικανώς
  • habitante στα ελληνικά - κάτοικος, εισπνέω, κάτοικο, κάτοικο και, κεφαλή
Τυχαίες λέξεις
Habilitar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκρίνομαι, ποιότητα, ενεργοποιήσετε, επιτρέψουν, επιτρέπουν, επιτρέψει, επιτρέπει