Λέξη: καπνιά

Σχετικές λέξεις: καπνιά

καπνιά εσπεριδοειδών, καπνιά ελιάς, καπνιά πορτοκαλιάς, ζωή καπνιά

Συνώνυμα: καπνιά

μουτζούρα, ερυσίβη, κηλίδα, αισχρολογίες, ρυπαρογραφήματα, αιθάλη, ασθένεια των φυτών, στάχτη

Μεταφράσεις: καπνιά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
soot, smut, lampblack, blight, smudge
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tizne, hollín, tizón, obscenidades, carbón, smut
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ruß, Schmutz, Schmutzfleck, Brand, smut
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
suie, cochonneries, charbon, le charbon, smut, charbon de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fuliggine, oscenità, smut, sconcezza, granello di fuliggine
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
logo, breve, fuligem, cedo, obscenidade, smut, carvão, sujeira
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
roet, roetvlek, vuiligheid, roetvlokje, smut, obsceniteiten
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сажа, копоть, головня, головней, головне, головни
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sote, smuss, smut, smuss som, av smuss
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sot, smut, smuts, snusk, beläggningsinhiberande
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
noeta, noki, törky, tahra, smut, lentonoki
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kønrøg, sod, smut, smuds, sjofelheder, af smuds
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
saze, mour, sprosté slovo, oplzlost, oplzlosti, oplzlostní
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zakopcić, sadza, kopeć, głownia, sprośności, świństwa, brudzić, smut
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
maszat, korom, a korom, trágárság, gabonaüszög
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
is, kurum, rastık, karalamak, pislik
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сажа, головешка, сажка, головня, сажку
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vrug, blozë, pisllëk
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
копита, сажди, цинизми, главня, плесен, сажда
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
галавешка, Галаўня, Асмалак
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nõgi, tahm, rõvedus, labasus, Rivoudet, ropendus
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
čađ, gar, čađa, pornografija, garava mrlja, očaditi, očađiti, nepristojne riječi
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
SMUT
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kūlės, nepadorumas, nešvankybė, paišai, nepadorybė
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kvēpi, traips, saslimt ar rūsu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
цинизми, сажда
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
funingine, negru de fum, tăciune, murdări, porcării
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
snet
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sadze, sadza, sadzí, sadzami
Τυχαίες λέξεις