Largamente στα ελληνικά

Μετάφραση: largamente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διευρύνω, πλαταίνω, φαρδαίνω, πλατύς, φαρδύς, ευρέως, ευρύτερα, πολύ, ευρεία, μεγάλο βαθμό
Largamente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • laranjeira στα ελληνικά - τροχιά, πορτοκάλι, πορτοκαλί, πορτοκαλιού, πορτοκαλιές, πορτοκαλί χρώμα
  • lareira στα ελληνικά - τζάκι, το τζάκι, τζακιού, εστία
  • largar στα ελληνικά - αφήνω, ενοικιάζομαι, κυκλοφορώ, εκκρίνω, δημοσιεύω, πτώση, πέσει, ...
  • largo στα ελληνικά - πλατύς, ευρύς, φαρδύς, ευρύ, ευρεία, μεγάλη, ευρείας, ...
Τυχαίες λέξεις
Largamente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διευρύνω, πλαταίνω, φαρδαίνω, πλατύς, φαρδύς, ευρέως, ευρύτερα, πολύ, ευρεία, μεγάλο βαθμό