Mala στα ελληνικά
Μετάφραση: mala, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στήθος, τσάντα, βαλίτσα, βαλίτσας, τη βαλίτσα, αποσκευή, η βαλίτσα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- major στα ελληνικά - σημαντικός, ταγματάρχης, μείζων, μεγάλες, σημαντική, σημαντικές, μεγάλων
- mal στα ελληνικά - εκφοβίζω, άρρωστος, αλγεινός, τρομάζω, οδυνηρός, σατανικός, κακά, ...
- maldizer στα ελληνικά - αυλαία, καταριέμαι, κουρτίνα, κακολογώ
- maleta στα ελληνικά - βαλίτσα, πιάνω, τσάντα, λαβή, κράτημα, βαλίτσας, τη βαλίτσα, ...
Τυχαίες λέξεις
Mala στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στήθος, τσάντα, βαλίτσα, βαλίτσας, τη βαλίτσα, αποσκευή, η βαλίτσα
Μεταφράσεις: στήθος, τσάντα, βαλίτσα, βαλίτσας, τη βαλίτσα, αποσκευή, η βαλίτσα