Oral στα ελληνικά

Μετάφραση: oral, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πορτοκάλι, του στόματος, από το στόμα, στόματος, προφορική, στοματική
Oral στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • opúsculo στα ελληνικά - βιβλιαράκι, φυλλάδιο, βιβλιάριο, φυλλαδίου, βιβλιαρίου
  • ora στα ελληνικά - τώρα, επιχειρηση, την επιχειρηση, πλέον, σήμερα
  • orar στα ελληνικά - προσεύχομαι, προσευχή, Προσευχήσου, προσεύχονται, προσευχηθείτε, προσεύχεστε
  • oração στα ελληνικά - ρήτρα, ξεχωριστός, χωριστός, καταδικάζω, ανακαλύπτω, χωρίζω, ιδιαίτερος, ...
Τυχαίες λέξεις
Oral στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πορτοκάλι, του στόματος, από το στόμα, στόματος, προφορική, στοματική