Outorgar στα ελληνικά
Μετάφραση: outorgar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποτροφία, επίδομα, χορηγώ, επιχορηγώ, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ouro στα ελληνικά - χρυσός, χρυσαφένιος, μάλαμα, χρυσό, χρυσού, χρυσά, το χρυσό
- ousar στα ελληνικά - τόλμη, τόλμημα, τολμώ, τολμούν, τολμήσει, τολμούσε, τολμούν να
- outro στα ελληνικά - διαφορετικός, πρόσθετος, επιπρόσθετος, ουγκιά, αλλιώς, άλλος, άλλα, ...
- outros στα ελληνικά - άλλος, άλλα, άλλες, άλλων, άλλους
Τυχαίες λέξεις
Outorgar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποτροφία, επίδομα, χορηγώ, επιχορηγώ, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
Μεταφράσεις: υποτροφία, επίδομα, χορηγώ, επιχορηγώ, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί