Posição στα ελληνικά

Μετάφραση: posição, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάσταση, πάθηση, τοποθετώ, επίπεδο, πλάνη, κλειδαριά, τοποθεσία, ροκάνι, σχεδιάζω, σχέδιο, μέρος, θέση, σχεδιασμός, θετικός, στάθμη, τόπος, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση
Posição στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • positivamente στα ελληνικά - έχω, κατέχω, θετικώς, θετικά, θετική, θετικό
  • positivo στα ελληνικά - συν, θετικός, θετική, θετικό, θετικά, θετικές
  • pospor στα ελληνικά - ζητώ, αιτώ, αναβάλλω, αναβάλει, να αναβάλει, αναβάλλουν, να αναβάλουν, ...
  • posse στα ελληνικά - ιδιοκτησία, κατοχή, κατοχής, της κατοχής, διαθέτει, την κατοχή
Τυχαίες λέξεις
Posição στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάσταση, πάθηση, τοποθετώ, επίπεδο, πλάνη, κλειδαριά, τοποθεσία, ροκάνι, σχεδιάζω, σχέδιο, μέρος, θέση, σχεδιασμός, θετικός, στάθμη, τόπος, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση