Urgente στα ελληνικά
Μετάφραση: urgente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επείγων, άμεσος, επείγουσα, επείγουσες, επείγοντα, επειγόντως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- urbano στα ελληνικά - αστικός, παρακινώ, παροτρύνω, παρόρμηση, αστικών, αστικές, αστική, ...
- urdir στα ελληνικά - αλέτρι, συνωμοσία, ένταλμα, εφευρίσκω, οργώνω, πλοκή, συνωμοτώ, ...
- urgir στα ελληνικά - παροτρύνω, άμεσος, παρακινώ, επείγων, παρόρμηση, προτρέπω, παροτρύνει, ...
- urinar στα ελληνικά - ουρώ, ούρηση, ουρήσει, ουρούν, ουρείτε
Τυχαίες λέξεις
Urgente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επείγων, άμεσος, επείγουσα, επείγουσες, επείγοντα, επειγόντως
Μεταφράσεις: επείγων, άμεσος, επείγουσα, επείγουσες, επείγοντα, επειγόντως