Intersecţie στα ελληνικά

Μετάφραση: intersecţie, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάβαση, διατομή, σταυροδρόμι, διασταύρωση, τομής, τομή
Intersecţie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • interpret στα ελληνικά - διερμηνέας, διερμηνέα, διερμηνείας, διερμηνέων
  • interpreta στα ελληνικά - βλέπω, ερμηνεύω, ερμηνεύσει, ερμηνεύουν, ερμηνεύει, ερμηνεύσουν
  • interveni στα ελληνικά - παρέμβει, παρεμβαίνει, παρεμβαίνουν, να παρέμβει, παρέμβουν
  • interviu στα ελληνικά - συνέντευξη, συνέντευξης, συνέντευξή, συνέντευξή του, συνέντευξη που
Τυχαίες λέξεις
Intersecţie στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάβαση, διατομή, σταυροδρόμι, διασταύρωση, τομής, τομή