Mână στα ελληνικά
Μετάφραση: mână, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδίνω, δείκτης, χέρι, γάντι, δίνω, μελιτώματος, μελίτωμα, μελιτώματα, το μελίτωμα, μέλι μελιτώματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mângâia στα ελληνικά - θωπεύω, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
- mânz στα ελληνικά - πουλάρι, πώλου, το πουλάρι, foal, πουλαριού
- mânăstire στα ελληνικά - γυναικεία μονή, μοναστήρι, μονή, μοναστήρι του, μοναστηριού
- mă στα ελληνικά - μου, εμένα, με, μένα, μου να
Τυχαίες λέξεις
Mână στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδίνω, δείκτης, χέρι, γάντι, δίνω, μελιτώματος, μελίτωμα, μελιτώματα, το μελίτωμα, μέλι μελιτώματος
Μεταφράσεις: παραδίνω, δείκτης, χέρι, γάντι, δίνω, μελιτώματος, μελίτωμα, μελιτώματα, το μελίτωμα, μέλι μελιτώματος