Атонический στα ελληνικά
Μετάφραση: атонический, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατομικός, άτονη, ατονική, ατονικές, ατονίας, atonic
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- атомный στα ελληνικά - πυρηνικός, ατομικός, πυρηνικών, πυρηνικής, πυρηνική, πυρηνικό
- атональный στα ελληνικά - χωρίς μουσικήν κλείδα, ατονική, ατονικά, ατονικό, ατονικής
- атрибут στα ελληνικά - κτήμα, διάσταση, περιουσία, αποδίδω, ιδιότητα, ακίνητο, σπίτι, ...
- атрибутивный στα ελληνικά - προσδιοριστικό, προσδιοριστικός
Τυχαίες λέξεις
Атонический στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατομικός, άτονη, ατονική, ατονικές, ατονίας, atonic
Μεταφράσεις: ατομικός, άτονη, ατονική, ατονικές, ατονίας, atonic