Аудиенция στα ελληνικά

Μετάφραση: аудиенция, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
Аудиенция στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аттракцион στα ελληνικά - έλξη, θέαμα, έλξης, αξιοθέατο, το αξιοθέατο, προσέλκυση
  • ату στα ελληνικά - αντιστοιχία, ψηλά, καταμέτρηση, συμπίπτουν, συμφωνία τους
  • аудиометр στα ελληνικά - ακοόμετρο, ακουόμετρου, audiometer, ακουόμετρο, ακοομέτρηση
  • аудит στα ελληνικά - ελέγχω, έλεγχος, ελέγχου, λογιστικού ελέγχου, ελεγκτικών, του ελέγχου
Τυχαίες λέξεις
Аудиенция στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου