Барышник στα ελληνικά

Μετάφραση: барышник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κερδοσκόπος, γυρολόγος, μεταπράτης, huckster, εμποράκος, πλανόδιος πωλητής
Барышник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • барыня στα ελληνικά - κυρία, κοπέλα, γυναίκα, κυρίας, κυρία που
  • барыш στα ελληνικά - ωφέλεια, λήψη, απολαβή, κέρδος, λεηλατώ, κέρδους, κέρδη, ...
  • барышничать στα ελληνικά - δουλειά, γυρολόγος, μεταπράτης, huckster, εμποράκος, πλανόδιος πωλητής
  • барышничество στα ελληνικά - αισχροκέρδεια, κερδοσκοπία, κερδοσκοπίας, αισχροκέρδειας, την κερδοσκοπία
Τυχαίες λέξεις
Барышник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κερδοσκόπος, γυρολόγος, μεταπράτης, huckster, εμποράκος, πλανόδιος πωλητής