Бемольный στα ελληνικά
Μετάφραση: бемольный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαμέρισμα, επίπεδος, bemolny
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бельё στα ελληνικά - εσώρουχα, κλινοσκεπάσματα, πλύση, λινός, Εσώρουχα γυναικεία, lingerie, εσωρούχων, ...
- бемоль στα ελληνικά - επίπεδος, διαμέρισμα, επίπεδα, επίπεδης, επίπεδη
- бен στα ελληνικά - Ben, Μπεν, Ο Ben, τον Ben, του Ben
- бенгалец στα ελληνικά - Μπενγκάλι, Βεγγαλικά, bengali, Βεγγαλική, Βεγγάλης
Τυχαίες λέξεις
Бемольный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαμέρισμα, επίπεδος, bemolny
Μεταφράσεις: διαμέρισμα, επίπεδος, bemolny