Бронзовый στα ελληνικά
Μετάφραση: бронзовый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασύστολος, μπρούντζος, χάλκινο, χάλκινα, μπρούντζο, μπρούτζινο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бронетанковый στα ελληνικά - θωρακισμένος, θωρακισμένα, θωρακισμένο, τεθωρακισμένα, θωρακισμένων
- бронза στα ελληνικά - μπρούτζος, μπρούντζος, χάλκινο, χάλκινα, μπρούντζο, μπρούτζινο
- бронированный στα ελληνικά - θωρακισμένος, θωρακισμένα, θωρακισμένο, τεθωρακισμένα, θωρακισμένων
- бронх στα ελληνικά - βρόγχος, βρόγχο, βρόγχου, βρόγχων, των βρόγχων
Τυχαίες λέξεις
Бронзовый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασύστολος, μπρούντζος, χάλκινο, χάλκινα, μπρούντζο, μπρούτζινο
Μεταφράσεις: ασύστολος, μπρούντζος, χάλκινο, χάλκινα, μπρούντζο, μπρούτζινο