Λέξη: εγγύτητα
Σχετικές λέξεις: εγγύτητα
εγγύτητα λεξικό, εγγύτητα βικιπαιδεια, εγγύτητα σημαίνει, γεωγραφική εγγύτητα, εγγύτητα τι σημαινει, εγγύτητα ορισμος, εγγύτητα χωρίς οικειότητα, εγγύτητα σημασία, συναισθηματική εγγύτητα
Συνώνυμα: εγγύτητα
εγγύτης, γειτνίαση, γειτονιά, στενότητα, στενότης, ομοιότητα, πνιγηρότητα, συγγένεια, αμεσότης, αμεσότητα
Μεταφράσεις: εγγύτητα
εγγύτητα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
proximity, closeness, nearness, vicinity, proximity of
εγγύτητα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
proximidad, cercanía, la proximidad, cerca, de proximidad
εγγύτητα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nähe, berührungslos, Nähe, Nachbarschaft, Näherungs, Umgebung, der Nähe
εγγύτητα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
parenté, proximité, voisinage, approximation, la proximité, de proximité, immédiate
εγγύτητα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
prossimità, vicinanza, vicinanze, di prossimità, pressi
εγγύτητα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
proximidade, proa, de proximidade, a proximidade, proximidades, próximo
εγγύτητα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
buurt, nabijheid, nabijheid van, de nabijheid, omgeving
εγγύτητα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
близость, близости, непосредственной близости, приближения, недалеко
εγγύτητα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nærhet, nærheten, dra, nærhets
εγγύτητα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
närhet, närheten, anslutning, närhets, däribland
εγγύτητα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
läsnäolo, läheisyys, lähellä, läheisyydessä, läheisyyden
εγγύτητα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nærhed, nærheden, såsom, tæt, afstand
εγγύτητα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
sousedství, blízkost, přibližnost, Vzdálenost, blízkosti, v blízkosti, Proximity
εγγύτητα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sąsiedztwo, bliskość, zbliżeniowy, odległość, bliskości
εγγύτητα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
közelség, közelében, közelsége, proximity, közel
εγγύτητα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yakınlık, yakınlığı, yaklaşım, noktalarına yakınlığı, gibi noktalarına yakınlığı
εγγύτητα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
близькість
εγγύτητα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
afërsia, afërsisë, afërsi, afërsinë, afërsia e
εγγύτητα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
близост, близостта, места, града, атракции
εγγύτητα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
блізкасць, блізкасьць
εγγύτητα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ligidus, lähedus, läheduses, läheduse, lähedus kohtadele, lähedust
εγγύτητα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neposrednost, blizina, neposredna blizina, blizini, blizine, u blizini
εγγύτητα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nálægð, nálægðar, Nálægðin, fjarlægðarnema-, um nálægð
εγγύτητα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
artimumas, artumas, netoliese, artumo, arti
εγγύτητα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tuvums, tuvuma, novietojums, tuvumā, tuvumu
εγγύτητα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
близина, близината, блискоста, блискост, за близина
εγγύτητα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
proximitate, proximitatea, apropierea, imediata, de proximitate
εγγύτητα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bližine, bližina, bližino, atrakcij, bližini
εγγύτητα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
blízkosť, blízkosti, blízko, blízkosť k
Τυχαίες λέξεις