Вакансия στα ελληνικά

Μετάφραση: вакансия, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κενό, αποφυγή, κενή θέση, χηρεία, κενής θέσεως, κενής θέσης, κενών θέσεων
Вакансия στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вайоминг στα ελληνικά - Ουαϊόμινγκ, Wyoming, Γουαϊόμινγκ, του Wyoming, στο Wyoming
  • вайя στα ελληνικά - φύλλο, θαλλών, θαλλού, θαλλό
  • вакантный στα ελληνικά - κενός, άδειος, κενή, κενές, κενών, κενό
  • вакация στα ελληνικά - διακοπές, διακοπών, για διακοπές, τις διακοπές, Ξενοδοχεία
Τυχαίες λέξεις
Вакансия στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κενό, αποφυγή, κενή θέση, χηρεία, κενής θέσεως, κενής θέσης, κενών θέσεων