Век στα ελληνικά
Μετάφραση: век, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εποχή, ηλικία, εκατονταετηρίδα, αιώνας, αιώνα, αι
Μεταφράσεις
- везувий στα ελληνικά - Βεζούβιος, Βεζούβιου, Βεζούβιο, του Βεζούβιου, Vesuvius
- везучий στα ελληνικά - τυχερός, τυχεροί, τυχεροί και, τυχερό, τυχερή
- веко στα ελληνικά - σκέπασμα, μαρκίζα, βλεφαρίδα, καπάκι, βλέφαρο, βλεφάρου, βλεφάρων, ...
- вековечный στα ελληνικά - αιώνιος, παντοτινός, αιώνια, αιώνιο, αιώνιας, την αιώνια
Τυχαίες λέξεις
Век στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εποχή, ηλικία, εκατονταετηρίδα, αιώνας, αιώνα, αι
Μεταφράσεις: εποχή, ηλικία, εκατονταετηρίδα, αιώνας, αιώνα, αι