Взаимоотношение στα ελληνικά

Μετάφραση: взаимоотношение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέση, σχέσης, σχέσεις, σχέσεων, τη σχέση
Взаимоотношение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • взаимозаменяемый στα ελληνικά - παρόμοιος, εναλλάξιμα, εναλλάξιμες, εναλλάξιμο, ανταλλάξιμες, εναλλάξιμων
  • взаимоисключающий στα ελληνικά - αμοιβαία, αμοιβαίως, μεταξύ τους, κοινού, αμοιβαίας
  • взаимопонимание στα ελληνικά - κατανόηση, κατανόησης, την κατανόηση, αντίληψη, της κατανόησης
  • взаимопроникать στα ελληνικά - αλληλοδιαπερνώ, αλληλοδιαπερνά, διεισδύουν, διεισδύει, διαπερνούν
Τυχαίες λέξεις
Взаимоотношение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέση, σχέσης, σχέσεις, σχέσεων, τη σχέση