Выбывать στα ελληνικά

Μετάφραση: выбывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπαναχωρώ, υπαναχωρώ., αποσύρομαι, παραιτούμαι, σταγόνα, φεύγω, αποσύρω, ρανίδα, μειώνομαι, παρατάω, εγκαταλείπουν, εγκατάλειψης, εγκαταλείπουν το, εγκαταλείψουν, εγκαταλείπουν πρόωρα
Выбывать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • выбриться στα ελληνικά - ξυρίζομαι, ξύρισμα, ξυρίσετε, ξυρίσει, ξυρίζουν, ξυρίσουν
  • выбросить στα ελληνικά - ρίχνω, πετώ, πέταγμα, πετάμε, πετάξτε, πετάτε, πετάξουν, ...
  • выбывший στα ελληνικά - εγκατάλειψη, διακοπή, κλείνετε, την εγκατάλειψη, κόψετε
  • выбыть στα ελληνικά - παρατάω, υπαναχωρώ., υπαναχωρώ, αποσύρω, παραιτούμαι, φεύγω, να συνταξιοδοτηθούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Выбывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπαναχωρώ, υπαναχωρώ., αποσύρομαι, παραιτούμαι, σταγόνα, φεύγω, αποσύρω, ρανίδα, μειώνομαι, παρατάω, εγκαταλείπουν, εγκατάλειψης, εγκαταλείπουν το, εγκαταλείψουν, εγκαταλείπουν πρόωρα