Выпачкать στα ελληνικά
Μετάφραση: выпачкать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παίρνω, λερωμένος, αποκτώ, μαγαρίζω, βρώμικος, λεκές, κηλίδα, λεκέ, λεκέδων, χρώση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выпарить στα ελληνικά - εξατμίζομαι, εξάτμιση, εξατμιστεί, εξατμίζονται, εξατμισθεί, εξατμιστούν
- выпас στα ελληνικά - βοσκότοπος, βόσκηση, βοσκή, βόσκησης, βοσκής, βόσκουν
- выпестовать στα ελληνικά - υιοθετώ, θετός, τρέφω, ανατρέφω, Foster, προώθηση, Φόστερ, ...
- выпечка στα ελληνικά - ψήσιμο, ψησίματος, το ψήσιμο, αρτοποιίας, σόδα
Τυχαίες λέξεις
Выпачкать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παίρνω, λερωμένος, αποκτώ, μαγαρίζω, βρώμικος, λεκές, κηλίδα, λεκέ, λεκέδων, χρώση
Μεταφράσεις: παίρνω, λερωμένος, αποκτώ, μαγαρίζω, βρώμικος, λεκές, κηλίδα, λεκέ, λεκέδων, χρώση