Вырубиться στα ελληνικά
Μετάφραση: вырубиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμυδρός, λιποθυμώ, περικόψει, κόβονται, περιορίσει, μειώσει, μειώσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вырубать στα ελληνικά - έπεσα, κόβω, περικόψει, κόβονται, περιορίσει, μειώσει, μειώσουν
- вырубить στα ελληνικά - έπεσα, κόβω, κοπεί, κομμένες, κόψτε, αποκόψει
- вырубка στα ελληνικά - άγραφτος, άγραφος, ξέφωτο, εγκοπή, πετσοκόβω, κενό, εκκαθάριση, ...
- выругать στα ελληνικά - καταριέμαι, μαλώνω, επιπλήξει, επιπλήξτε, επιπλήξει το, κατσαδιάζω
Τυχαίες λέξεις
Вырубиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμυδρός, λιποθυμώ, περικόψει, κόβονται, περιορίσει, μειώσει, μειώσουν
Μεταφράσεις: αμυδρός, λιποθυμώ, περικόψει, κόβονται, περιορίσει, μειώσει, μειώσουν