Главенство στα ελληνικά

Μετάφραση: главенство, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυριαρχία, προτεραιότητα, ηγεμονία, υπεροχή, ανωτερότητα, ανωτερότητας, υπεροχής, την υπεροχή
Главенство στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • глава στα ελληνικά - κεφάλι, ηγετικός, αφέντης, ηγέτης, κεφαλιά, ηγήτορας, μετρ, ...
  • главарь στα ελληνικά - φύλαρχος, ηγέτης, ηγεμόνας, αρχηγός, ηγήτορας, πρωτεργάτη, επικεφαλής, ...
  • главенствовать στα ελληνικά - δεσπόζω, κυριαρχώ, κυριαρχούν, κυριαρχεί, κυριαρχήσουν, κυριαρχήσει, δεσπόζουν
  • главенствующий στα ελληνικά - επικάλυψη, συμπλήρωση, συμπληρωματικής κάλυψης, topping, κάλυμμα
Τυχαίες λέξεις
Главенство στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυριαρχία, προτεραιότητα, ηγεμονία, υπεροχή, ανωτερότητα, ανωτερότητας, υπεροχής, την υπεροχή