Гнездоваться στα ελληνικά
Μετάφραση: гнездоваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωλιάζω, φωλιά, θαλάμη, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гнездо στα ελληνικά - στέγαση, φωλιάζω, σχισμή, συστοιχία, σύμπλεγμα, υποδοχή, πρίζα, ...
- гнездование στα ελληνικά - φωλιάσματος, φωλιές, ωοτοκίας, φωλεοποίησης, φωλιάζουν
- гнездышко στα ελληνικά - θαλάμη, φωλιά, φωλιάζω, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές
- гнейс στα ελληνικά - γνευσίτης, γνευσίτη, γνεύσιου, γνεύσιο, γνεύσιους
Τυχαίες λέξεις
Гнездоваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωλιάζω, φωλιά, θαλάμη, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές
Μεταφράσεις: φωλιάζω, φωλιά, θαλάμη, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές