Гниение στα ελληνικά

Μετάφραση: гниение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φθορά, παρακμή, διαφθορά, σαπίζω, εκμαυλισμός, μαύλισμα, παρακμάζω, ξεμαύλισμα, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν
Гниение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гнетущий στα ελληνικά - βλοσυρός, καταπιεστικός, σκυθρωπός, καταπιεστική, καταπιεστικό, καταπιεστικά, καταπιεστικές, ...
  • гнида στα ελληνικά - κόνιδα ψείρας, NIT, ΝΙΤ, κόνιδα, ψείρα
  • гнилой στα ελληνικά - βρόμικος, σαπισμένος, σαπρός, ανέντιμος, απαίσιος, σαθρός, χάλια, ...
  • гнилостный στα ελληνικά - σάπιος, άθλιος, σάπιου, σάπιες, σαπρά
Τυχαίες λέξεις
Гниение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φθορά, παρακμή, διαφθορά, σαπίζω, εκμαυλισμός, μαύλισμα, παρακμάζω, ξεμαύλισμα, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν