Громада στα ελληνικά
Μετάφραση: громада, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαζικός, μάζα, κοινόβιο, κοινότητα, μάζας, μαζικής, μαζική, μάζης
Μεταφράσεις
- грозящий στα ελληνικά - απειλητικός, επικείμενος, απειλή, απειλητική, απειλητική για, απειλητικές
- гром στα ελληνικά - μπουμπουνίζω, βροντώ, βροντές, βροντή, Thunder, κεραυνό, βροντής
- громадина στα ελληνικά - μέγα ψεύδος, Whopper, το μέγα ψεύδος, κάποιο μπέργκερ, κάτι μέγα
- громадный στα ελληνικά - απίθανος, φοβερός, τρομερός, ύψιστος, τεράστιος, απέραντος, μέγιστος, ...
Τυχαίες λέξεις
Громада στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαζικός, μάζα, κοινόβιο, κοινότητα, μάζας, μαζικής, μαζική, μάζης
Μεταφράσεις: μαζικός, μάζα, κοινόβιο, κοινότητα, μάζας, μαζικής, μαζική, μάζης