Двинуться στα ελληνικά
Μετάφραση: двинуться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαλεύω, προβαίνω, κίνηση, προκαταβάλλω, μετακομίζω, προχωρώ, πρόοδος, κινώ, προκαταβολή, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- движущийся στα ελληνικά - μηχανή, κινητός, συγκινητικός, κίνηση, κινούμενος, κινείται, διακινούνται, ...
- двинуть στα ελληνικά - σαλεύω, κίνηση, μετακομίζω, κινώ, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, ...
- двоебожие στα ελληνικά - ditheism
- двоеборье στα ελληνικά - αρπάζω, διπλή, διπλά, διπλό, διπλής, διπλού
Τυχαίες λέξεις
Двинуться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαλεύω, προβαίνω, κίνηση, προκαταβάλλω, μετακομίζω, προχωρώ, πρόοδος, κινώ, προκαταβολή, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει
Μεταφράσεις: σαλεύω, προβαίνω, κίνηση, προκαταβάλλω, μετακομίζω, προχωρώ, πρόοδος, κινώ, προκαταβολή, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει