Диезный στα ελληνικά

Μετάφραση: диезный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιφνίδιος, μυτερός, οξυδερκής, κοφτερός, diezny
Диезный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дидактический στα ελληνικά - διδακτικός, διδακτική, διδακτικό, διδακτικές, διδακτικών
  • диез στα ελληνικά - κοφτερός, αιφνίδιος, οξυδερκής, μυτερός, αιχμηρός, απότομη, αιχμηρά, ...
  • диета στα ελληνικά - διαιτολόγιο, διατροφή, δίαιτα, διατροφής, δίαιτας, τη διατροφή
  • диетврач στα ελληνικά - διαιτολόγος, διαιτολόγο, διαιτολόγου, διατροφολόγος
Τυχαίες λέξεις
Диезный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιφνίδιος, μυτερός, οξυδερκής, κοφτερός, diezny