Доисторический στα ελληνικά
Μετάφραση: доисторический, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προϊστορικός, προϊστορική, προϊστορικά, προϊστορικούς, προϊστορικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- доильный στα ελληνικά - άρμεγμα, αρμέγματος, άμελξη, την άμελξη, το άρμεγμα
- доискаться στα ελληνικά - εύρημα, ανεύρεση, βρίσκω, Βυθίστηκα, ερεύνησε, ευθαρσώς, διερεύνησε, ...
- доить στα ελληνικά - γάλα, αρμέγω, γάλακτος, γαλακτοκομικών, το γάλα, του γάλακτος
- доиться στα ελληνικά - αρμέγω, γάλα, δίνουν, να δώσει, δώσει, να, δώσουν
Τυχαίες λέξεις
Доисторический στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προϊστορικός, προϊστορική, προϊστορικά, προϊστορικούς, προϊστορικό
Μεταφράσεις: προϊστορικός, προϊστορική, προϊστορικά, προϊστορικούς, προϊστορικό