Ежесуточный στα ελληνικά
Μετάφραση: ежесуточный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- еженощный στα ελληνικά - κάθε βράδυ, νυχτερινή, νυχτερινές, το βράδυ, βραδινή
- ежесекундный στα ελληνικά - ασταμάτητος, συνεχής, αδιάκοπη, ακατάπαυστη, αδιάκοπες, συνεχή, συνεχείς
- ежечасно στα ελληνικά - ωριαίος, ωριαία, ωριαίες, ώρα, ωριαίο
- ежечасный στα ελληνικά - ωριαίος, ωριαία, ωριαίες, ώρα, ωριαίο
Τυχαίες λέξεις
Ежесуточный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Μεταφράσεις: καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες