Замерзать στα ελληνικά

Μετάφραση: замерзать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταψύχω, κρουσταλλιάζω, διανύω, είμαι, βρίσκομαι, παγώνω, πάγωμα, παγώσει, καταψύχετε, να παγώσει, παγώσουν
Замерзать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспрепятственно στα ελληνικά - ελεύθερα, απεριόριστα, ελεύθερη, ελεύθερης, ελευθέρως, δωρεάν
  • блокированный στα ελληνικά - μπλοκαριστεί, αποκλεισμένη, αποκλειστεί, μπλοκάρει, αποκλεισμένος
  • буй στα ελληνικά - φελλός, σημαδούρα, επιπλέω, σημαντήρα, πλωτήρα, σημαντήρας, Πλωτήρας
  • женственность στα ελληνικά - γυναίκα, θηλυκότητα, θηλυκότητας, θηλυκότητά, τη θηλυκότητα, τη θηλυκότητά
Τυχαίες λέξεις
Замерзать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταψύχω, κρουσταλλιάζω, διανύω, είμαι, βρίσκομαι, παγώνω, πάγωμα, παγώσει, καταψύχετε, να παγώσει, παγώσουν