Затуплять στα ελληνικά
Μετάφραση: затуплять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμβλύς, απότομος, πληκτικός, μουχρός, μονοκόμματος, μουντός, έκπτωση, βαρετός, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- администратор στα ελληνικά - διαχειριστής, διαχειριστικός, διευθυντής, θεματοφύλακας, διαχειριστή, διαχειριστή του, το διαχειριστή, ...
- быстроногий στα ελληνικά - νηοπομπή, στόλος, στόλο, στόλου, του στόλου, στόλων
- гасить στα ελληνικά - φυσώ, χτύπημα, σβήνω, κατάσβεση, σβήσει, σβήσουν, την κατάσβεση, ...
- желвак στα ελληνικά - όγκος, μικρός κόμβος, οζίδιο, οζιδίου, όζος, οζιδίων
Τυχαίες λέξεις
Затуплять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμβλύς, απότομος, πληκτικός, μουχρός, μονοκόμματος, μουντός, έκπτωση, βαρετός, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα
Μεταφράσεις: αμβλύς, απότομος, πληκτικός, μουχρός, μονοκόμματος, μουντός, έκπτωση, βαρετός, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα