Изобретательство στα ελληνικά
Μετάφραση: изобретательство, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- афера στα ελληνικά - κερδοσκοπία, κομπιναδόρος, απάτη, δόλος, εικασία, απάτης, scam, ...
- вколоть στα ελληνικά - κέντημα, τρυπώ, τσιτώνω, χώνω, κεντώ, ένεση, την ένεση, ...
- галерея στα ελληνικά - κείμενο, πινακοθήκη, διάβαση, θεωρείο, στοά, γκάλερι, γκαλερί
- гинея στα ελληνικά - Γουινέα, χοιρίδια, Γουινέας, χοιριδίου, χοιρίδιο
Τυχαίες λέξεις
Изобретательство στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης
Μεταφράσεις: εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης